ανθρωποειδή ή ανθρωποειδείς πίθηκοι

ανθρωποειδή ή ανθρωποειδείς πίθηκοι
Ομάδα ανώτερων πρωτευόντων θηλαστικών, που μαζί με την οικογένεια των ανθρωπιδών, η οποία σήμερα αποτελείται μόνο από το γένος άνθρωπος, συγκροτούν την υπεροικογένεια των α. Περιλαμβάνει δύο οικογένειες, των υλοβατιδών (γίβωνες ή μικροί α. πίθηκοι) και των πονγκιδών (μεγάλα α., ουραγκοτάγκοι, χιμπατζήδες και γορίλες). Τα α. ήταν πολύ διαδεδομένα πριν από μερικά εκατομμύρια χρόνια, όπως φαίνεται από τα απολιθώματα που βρέθηκαν. Κυριότερα χαρακτηριστικά των α. είναι o πολύ ανεπτυγμένος εγκέφαλος, η πλήρης οδοντοστοιχία, οι θωρακικοί μαστοί, το σχεδόν άτριχο πρόσωπο, η έλλειψη ουράς, το μεγάλο ανάστημα σε σχέση με τους κατώτερους πιθήκους, τα μακριά εμπρόσθια άκρα, το βάδισμα όχι με τις παλάμες των εμπρόσθιων άκρων αλλά με τη ράχη των λυγισμένων δακτύλων και σπανιότερα μόνο με τα πίσω άκρα (ημιόρθια στάση), τα σχεδόν ανθρώπινα αφτιά κλπ. To ανάστημα των α. είναι στους γίβωνες περίπου 1 μ., στους ουραγκοτάγκους και τους χιμπατζήδες 1,5 μ. και στους γορίλες 1,75 μ. και πάνω. Το βάρος των γιβώνων είναι 4-12,5 κιλά, των χιμπατζήδων 50-70 κιλά, ενώ στους ουραγκοτάγκους και τους γορίλες κυμαίνεται μεταξύ 100 και 150 κιλών. Ο εγκέφαλος στον γίβωνα ζυγίζει 100-150 γρ., ενώ στους γορίλες μπορεί να φτάσει σε σπάνιες περιπτώσεις μέχρι 750 γρ. Τα α. περιορίζονται στον Παλαιό Κόσμο και βρίσκονται στη νοτιοανατολική Ασία, τη Σουμάτρα, το Βόρνεο και την Αφρική. Ζουν κατά μικρές αγέλες ή κατά οικογενειακές ομάδες. Τα μεγάλα α. χτίζουν φωλιές, ενώ οι γίβωνες κοιμούνται στις φυλλωσιές των δέντρων. Τρέφονται με φυτά και πολλαπλασιάζονται όλο τον χρόνο. Η εγκυμοσύνη διαρκεί από 7-9 μήνες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πρωτεύοντα — (primates). Τάξη θηλαστικών, τα οποία, αν και διατήρησαν πρωτεγενείς χαρακτήρες, εμφανίζουν ανωτερότητα σε σχέση με άλλα παρόμοια. Στην τάξη αυτή ανήκουν ζώα που διαθέτουν μεγάλο και πολύπλοκο εγκέφαλο, όπως οι πίθηκοι λεμούριοι και οι τάρσιοι.… …   Dictionary of Greek

  • ανθρωποειδής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή 1. αυτός που μοιάζει με τον άνθρωπο: Από τους πιθήκους τέσσερα μόνο γένη μοιάζουν με τον άνθρωπο και γι αυτό ονομάστηκαν ανθρωποειδείς. 2. ανθρωποειδή, τα και ανθρωποειδείς, οι ονομάστηκαν οι πίθηκοι… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”